Ως χαμηλή όραση (low vision) θεωρούμε τη μειωμένη οπτική απόδοση ενός οφθαλμού, λόγω κάποιας πάθησης στον αμφιβληστροειδή ή στο οπτικό νεύρο και σπανιότερα σε κάποια αδιαφάνεια του οφθαλμού.
Το ποσοστό και η λειτουργικότητα της όρασης που χάθηκε δεν είναι δυνατό να επανέλθει στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Το γεγονός αυτό εμποδίζει τις καθημερινές δραστηριότητες και αναγκάζει τα άτομα αυτά να ζήσουν με σημαντικούς περιορισμούς.
Η χαμηλή όραση δεν μπορεί να βελτιωθεί μέσω χειρουργικής επέμβασης ή φαρμακευτικής αγωγής. Η όραση με τα συμβατικά οπτικά βοηθήματα (γυαλιά και φακούς επαφής) είναι ανεπαρκής για λειτουργίες όπως το διάβασμα, παρακολούθηση τηλεόρασης, μετακίνηση.